Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2015

Η ΜΕΤΑΝΟΙΩΜΕΝΗ


Την πρωτογνώρισε μικρή και φτωχιά,
Αρχοντοπούλα ξεπεσμένη,
Μα ήταν πεντάμορφη μέσ' στη δυστυχιά
ευθύς την διάλεξε Ερωμένη.
Χρόνια ταξίδευε μέσ' στις ξενητειές
Κι' όλο προικιά της κουβαλούσε'
Μ' αυτή και σ' άλλους επετούσε ματιές
Κι' αυτός πικρά της ωμιλούσε'
Στον καυγά, μια βραδυά
Τούπε μ' αχάριστη καρδιά:

-Φύγ' από μένα, Τύραννε,
Φύγε και ξέχασε με!
Δε θέλω πειά τα δώρα σου
Στη φτώχεια μ' άφησε με!
Σκλάβα σου πειά κατάντησα
Με στεναγμούς απόχτησα
Λαχούρια και φλουριά!
Άνοιξε την αγκάλη σου
Και δός μου Ελευθεριά!»

Μίσεψε Εκείνος πληγωμένος βαρειά
Από την τόση αγνωμοσύνη
Μα τα χρυσά λαχούρια και τα φλουριά
Όλα τα κράτησεν Εκείνη...
Χρόνος δεν πέρασε και, φίλοι κ' εχθροί,
Την έχουν περιφρονημένη'
θέλουν να πάρουν το στερνό της φλουρί
Και τώρ' αυτή μετανοιωμένη
Δέρνεται και μηνά
Στον παληό της φίλο ταπεινά:

-Έλα, γλυκέ μου Τύραννε
Ξανατυράννησέ με!
Από το χέρι πάρε με
«Στην Πόλι πήγαινε με!
«Με σένα ζούσα αρχόντισσα
«Και τώρα σα ζητιάνισσα.
Δεν με λυπάσαι πειά;
Κλείσε με στην αγκάλη σου
Ναύρω τη θεραπειά!

(Στίχοι - Μουσική: Κλέων Τριανταφύλλου)


 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου