Τρίτη 12 Ιουνίου 2012

ΔΙΚΗ ΤΩΝ ΕΞ. ΑΠΟΛΟΓΙΑ Γ. ΧΑΤΖΑΝΕΣΤΗ 3



5.—O εχθρός, κύριοι Στρατοδίκαι, ήτο ενήμερος της παρά μικράς κι­νήσεως, ου μόνον διότι ευρισκόμεθα επί εχθρικού εδάφους και κατοικουμένου υπό Τούρκων, αλλά διότι ατυχώς παρείχοντο εις τον εχθρόν και υπό μη Τούρκων όλα τα  μέσα, ίνα γνωρίζει τας κινήσεις μας.Τούτων έχω απτά τεκμήρια' δεν νομίζω δε συμφέρον εις το Κράτος να τα εκθέσω. Λοιπόν ο εχθρός εγνώριζε πάσαν μας κίνησιν, εγνώριζε πάσαν ενίσχυσιν, το παραμικρόν, μέχρι και των λεπτομερειών του ιδιωτικού βίου εκάστης των μονάδων. Ούτως επείσθην εκ της υπηρεσίας μας, η οποία περισυνέλεγε τα στοι­χεία αυτά. 
Η ενίσχυσίς της Θράκης ήρξατο κατά την ομολογίαν του μάρτυρος της κατηγορίας κ. Πάσσαρη ευθύς από του Ιουνίου. Και η μεταφορά αύτη ετελείωσε πότε; Προ της 15 Ιουλίου. Απήτησε δηλαδή περίπου μήνα και πλέον διότι εγώ κληθείς υπό της Κυβερνήσεως την 10 Ιουλίου ήλθον εις Αθήνας μυστικά προς συνεργασίαν μετ' αυτής, και συνεσκέφθημεν εις Κε­ρατσίνι, επί του «Αβέρωφ», δια να αποφασισθούν αί τελικαί λεπτομέρειαι του εγχειρήματος προς Κωνσταντινούπολιν. Λοιπόν κατόπιν αυτής μετέβην εγώ ως αρχιστράτηγος μεθ' ενός κλιμακίου του επιτελείου εις την Ραιδεσιόν. Ο στρατηγός Βλαχόπουλος ελάμβανεν όλας τας διατάξεις προς Τσατάλτζαν, ο «Αβέρωφ» κατέπλεεν εις Κωνστ) πολιν και εμανθάνετο παρ' όλων, ότι ο αρχιστράτηγος του Ελληνικού στρατού έχων υπό τας διαταγάς του την Στρατιάν Θράκης ευρίσκεται εις την Ραιδεστόν.
Ήτο την στιγμήν εκείνην βεβαία η επίθεσις, ώστε και ξένοι ελθόντες εκ Κωνσιαντινουπόλεως, εις Άγγλος και εις Γάλλος ο οποίος επεχείρησε να έλθη, την ανέμενον από ημέρας εις ημέραν. Ερωτώ λοιπόν αν ο εχθρός εγνώριζεν ότι προ μηνός μετεφέροντο τα στρατεύματα εκεί, ότι η μεταφορά έχει συντελεσθή, εγνώριζεν ότι ο αρχιστράτηγος ευρίσκετο εκεί, ότι απασχο­λείται από την σοβαράν αυτήν επιχείρησιν,—αδιάφορον πολιτικώς αν δεν την θεωρούν σοβαράν, εγώ ομιλώ δια το στρατιωτικόν μέρος, αν ο εχθρός γνωρίζων όλα ταύτα, ήθελε πράγματι να επωφεληθή δεν νομίζετε, κύριοι Στρατοδίκαι, ότι δεν θα επερίμενε 33 όλας ημέρας κατόπιν δια να αρχίση την επίθεσιν ; Και δεν νομίζετε ότι αυταί αι 33 ημέραι δια τον εχθρόν θα ήσαν φοβερά επιζήμιοι, ενώ ήτο δυνατόν εγώ, όπως και ήτο, αν ήθελον να μεταφέρω οπίσω ίσως μετέφερον ωρισμένον αριθμόν δυνάμεων, την στιγμήν κατά την οποίαν η καρδιά μου και ο νους μου, ήσαν προσηλωμέναι εις την επιχείρησιν εκείνην—πρέπει να σκεφθήτε και να έλθητε εις την θέσιν μου, αδιαφόρως αν ήτο πολιτικώς εσφαλμένον, αλλ' εγώ εκείνην την εποχήν ήμουν εντελώς εμπεποτισμένος από μίαν Ιδέαν, — δεν νομίζετε ότι ήτο κα­ταλληλοτέρα η στιγμή να επιτεθή τότε ο εχθρός;
Καλέ Γκρότο 
(Πίνακας  Γ Προκοπίου  από τη συλλογή  Πασά) 
Αλλα τί επερίμενε 30 και πλέον ημέρας δια να εκδηλώση την επίθεσίν του; Άλλως τε ποίαι είνε αυταί αι σημαντικαί δύναμεις ; Σας είπον θα ήσαν σημαντικαί πάντως, αν ήσαν 25 χιλιάδες, αλλ' εφ' όσον αποδεικνύε­ται ότι ούτε 5.000 τυφέκια δεν ήσαν, παύει να ήσαν όχι σημαντικαί, αλλά ούτε άξιαι λόγου. Θα μου ειπήτε, αλλά διατί τότε επήλθεν η επίθεσις ; Διότι εις των μαρτύρων ο κ. Σπαής είπεν ότι ήρχισεν η επίθεσις διότι ήλθεν  η εποχή. Κύριοι, με την πείραν των πολέμων των σημερινών, δεν υπάρχει εποχή πολέμου' κατά την τελευταίαν δεκαετίαν όλοι οι στρατοί και ο Ελληνικός στρατός, μας έδωσαν δείγματα και ο ιδικός μας στρατός συνη­θισμένος εις ένα θερμό κλίμα αντέσχε και επολέμησε γενναίως, αδιαφόρως αν όλαι αυταί αι επιχειρήσεις ήσαν επιβεβλημμέναι ή όχι, υπερβάς φρι­κτάς δυσχερείας, εν μέσω βαρέως χειμώνος και χιόνων, Τάχα δεν είνε κα­τάλληλος η εποχή του Ιουλίου και του Αυγούστου; Πότε εξετέλεσεν ούτος την έπίθεσιν; Εις τας 13 Αυγούστου. Δέχεται ακατάλληλον εποχήν και ομο­λογώ ότι δεν δύναμα να εννοήσω αυτό το επιχείρημα. 
Μέχρις εσχάτων
(Πίνακας  Γ Προκοπίου  από τη συλλογή  Πασά)
Αλλά διατί ο εχθρός επετέθη; Υποθέτω ότι θα το δικαιολογήσουν οι πολιτικοί  κατηγορούμενοι, διότι, ως ήκουοα, και ήκουσα τούτο όχι επισή­μως, ανεμένετο η τοσάκις αναβληθείσα συνδιάσκεψις της Βενετίας. Ανεμένετο κατά το τέλος Αυγούστου ή αρχάς Σεπτεμβρίου. Ανεμένετο ή ήτο σχε­δόν βέβαιον ότι θα γίνη, συνεπώς ο εχθρός ήθελε να επιτύχη αποτελέσματα δια να κάμη μίαν εντύπωσιν. Την έκτασιν της επιθέσεως και τας λεπτομε­ρείας θα αναφέρω βραδύτερον. Τελειώνει το πρώτον αρθ. της κατηγορίας. 

6.—Δεύτερον. «Αποδεχθείς τας προθέσεις της υβερνήσεως περί  συμπτύξεως του Μικρασιατικού μετώπου, εγένετο αφορμή δια της προώρου κοι­νοποιήσεως ταύτης μέχρι και αυτών των στρατιωτών, να ενσταλαχθή εις τας ψυχάς αυτών η πεποίθησις επί το άσκοπον και της ελαχίστης προθυμίας προς διατήρησιν εδαφών, των οποίων από ημέρας εις ημέραν επέκειτο η εγκατάλειψις, κατόπιν ατοφάσεως του επισήμου Κράτους»

Εμείς δεν νικηθήκαμε
(Πίνακας  Γ Προκοπίου  από τη συλλογή
 της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων)
Είπον εν αρχή. κ. Στρατοδΐκαι, ότι δεν απεδέχθην, απήτησα σύμπτυξιν. Το διατί την απήτητα, όταν εξετάσω το μέτωπον, οίον το παρέλαβαν, εις το τέλος της απολογίας μου θα είτω και τους λόγους, εις τους οποίους αποδίδω και την κατάρρευσιν του μετώπου. Λόγους ψυχολογικούς και ποικίλους, οι οποίοι θα εξεύρουν την μεταβολήν αυτήν, η οποία επήλθεν εις το στράτευμα, δια πάντα άνθρωπον ψυχολόγον΄ τότε θα εκταθώ και επί του ζητήματος αύτού. Προς το παρόν όμως ενδιατρίβω εις το περί της προώρου κοινοποιή­σεως τούτου και εις αυτό το στράτευμα. Πάλιν ο μάρτυς Σαρρηγιάννης! Πού ήτο ο μάρτυς Σαρρηγιάννης; Πάντως όχι εν Μ. Ασία. Δύναται να το βε­βαίωση; Δεν ήτο εδώ διά να του θέσω το ερώτημα και δεν ήτο αληθές. Λέγει ο υποστράτηγος Σουμίλας, ότι από της επιθεωρήσεως μου του ωμίλησα περί της μελλούσης συμπτύξεως. Αληθέστατον και ώφειλον. Αν δεν ωμίλουν οι Σωματάρχαι, θα ήτο λάθος. Διότι, κ. Πρόεδρε, και όταν έλαβον γνώσιν όλων αυτών των στοιχείων των διαφόρων εργασιών του επιτελείου, διέγνωσα κατά την εμήν κρίσιν ένα μέγα σφάλμα. Όλα είχον κανονισθή επί μίας σφα-λεράς ιδέας της αμύνης άπό χαρακωμάτων, υπολογιζόμενης μέ τεχνικός λεπτο­μέρειας πολύ καλάς, άλλ' εχούσης εν θεμελιώδες σφάλμα: να κρατήσωμεν τας θέσεις. Μα είναι αύτη λύσις κύριοι; Μα ο στρατός έχει σκοπόν να κρατή τας θέσεις του ή να συντρίβη τον εχθρόν; Το να κρατή τας θέσεις του είναι μία μεταβατική κατάστασις, η οποία προϋποθέτει μίαν άλλην αιτίαν η οποία θα λύση το ζήτημα. Αυτός ο πόλεμος από χαρακωμάτων ήχθη εις αυτήν την μεθοδικότητα κατά τους τελευταίους πολέμους και ήτο επινόησις του στρα­τάρχου Φαλκεγχάϊμ, μόνον και μόνον διότι δια του μέσου τούτου επεζητείτο να κρατηθή ο στρατός επί τινα χρόνον αναμένοντος του κράτους αποτελέ­σματα εκ του υποβρυχίου πολέμου. Δεν ήτο λύσις, αλλά και τί δύναμις απητείτο ; Εις μέτωπον μικρότερον, δυνάμεις τεραστίας δια να γίνη. Παρ' ημίν λοιπόν όλαι αυταί αι μελέται είχον σφαλεράν την βάσιν. Δηλαδή προϋπέθετον ένα μέτωπον, εις το οποίον εμπρός δεν έπρεπε να πάμε, διότι απεδεί­χθη ότι αυτό είναι επιζήμιον, οπίσω δεν έπρεπε να πάμε, διότι αυτό δεν το ήθελεν η προκάτοχος διοίκησις. Τί έπρεπε να γίνη; Να μείνωμεν εκεί. Τότε λοιπόν είπον εις τους διαφόρους σωματάρχας αρχόμενος από του Τρικούπη ο οποίος διώκει τό 1ον Σώμα Στρατού και εις τον Διγενήν και εις όλους τους Μεράρχους και εις τους επιτελάρχας μερικών Μεραρχιών, ότι αυτό δεν δύναται να εξακολουθήση, ότι ημείς πρέπει να συντρίψωμεν τον έχθρόν, αλλά δι' άλλου τρόπου, όχι καθήμενοι και αναμένοντες, αλλ' ει δυνατόν υποχωρούντες και ελισσόμενοι να τον συντρίψωμεν.
Αφιόν  Καραχισάρ
Πίνακας Καντζίκη (από τη συλλογή Κουτελίδη)
Προείπον δε εις τους Διοικητάς των Σωμάτων αυτά, δια να γνωρίζουν, ότι αυτό είναι μία θεμελειώδης ιδέα, την οποίαν έπρεπε να γνωρίζουν οι Σωματάρχαι δια να μελετήσουν το πράγμα' διότι σας βεβαιώ, ότι έως εκείνην την στιγμήν δεν εσκέπτοντο παρά μόνον πως να κρατηθώμεν εις τας θέσεις μας. Αλλά, κύριοι στρατοδίκαι, και αν εκρατούμεθα εις τας θέσεις μας, και άνευ επιθέσεως θα διελύετο ο στρατός παρατεινομένης μιας τοιαύτης κατα­στάσεως. Όλοι οι λόγοι συνέτεινον εις αυτό. Λοιπόν έπρεπε οπωσδήποτε να βγούμε από τον μαρασμόν. Ενώπιον στρατιωτών το διέψευδον. Εις τους αξιωματικούς τους ανωτάτους το είπον και ώφειλον να το γνωρίζουν δια να προπαρασκευάσουν την κατάστασιν.

Έρχομαι και εις μίαν άλλην υπόθεσιν. Αυτοί οι στρατιώται οι ταλαιπωρούμενοι, οι ζώντες υπό συνθήκας τας οποίας εθαύμαζε πας παρατηρητής —ομιλώ περί των στρατιωτών του Μετώπου—οι επιδείξαντες μίαν αντοχήν αφάνταστοι, οι ζώντες ως τρωγλοδύται καθώς και οι αξιωματικοί μέχρι και του Στρατηγού, ζώντες εις καλύβας και παληόσπιτα υπό τους χειρίστους όρους, φυσικά αυτοί οι στρατιώται δεν έβλεπον μετ' ευχαριστήσεως την παραμονήν εις το υψιπέδιον της Ανατολής, ενός επί πλέον χειμώνος, ώστε δεν γνωρίζω εάν το ηθικόν τους, εφ' όσον ήξευρον, διατί υπεχώρουν και υπεχώρουν  δι' ένα σκοπόν ωρισμένον, δεν γνωρίζω εάν θα εκλονίζετο το ηθικόν των ή θα ανυψούτο, εφ' όσον εγνώριζον ότι θα έβγαινον από μίαν κατάστασιν αφόρητον. Και εν τούτοις δεν διετάχθη, διότι εν τοιαύτη περιπτώσει κάθε αποχώρησις θα ήτο εξ αρχής καταδικαστική. (Διακόπτεται η συνεδρίασις δια την 3 1)2 μ.μ.). Τρίτον θέμα του κατηγορητηρίου είνε το εξής: «Διαλύσας τα υπάρχοντα συγκροτήματα και υπαγάγων υπο τας αμέσους διαταγάς του τας εκ του μετώτου μονάδας, δεν προέβη ως ώφειλεν εις την έκδοσιν διαταγών της Στρα­τιάς περί της τηρητέας παρά των διαφόρων μονάδων στάσεως εν περιπτώ­σει εχθρικών επιθέσεων. Η παρ' αυτού κατάργησις μιας πλήρους συγκεκροτημένης εργασίας περί διοικήσεως και δράσεως των μονάδων, χωρίς να αντικατασταθή η εργασία αύτη δι' άλλης νεωτέρας εν συνδυασμώ με την αχαρακτήριστον στάσιν της εν Σμύρνη παραμονής του, κατά την εξέλιξιν της επιθέσεως, κατέστησαν την μεν επέμβασιν αυτού αδύνατον, την δε δράσιν του Ν. Συγκροτήματος προβληματικήν». Περί των συγκροτημάτων, κύριοι Στρατοδίκαι, εγένετο πολύς θόρυβος και μάλιστα εις τον Τύπον. Εν γένει εδόθη μία σημασία μεγάλη εις τούτο, αγνώστων ουσών των λεπτομερειών. Κατήχησε το πράγμα να λαμβάνη διαστάσεις τόσον, ώστε, όταν εξητάζετο ο κ. Παπούλας, εις ερώτησιν ενός εκ των κ. Στρατοδικών, δεν εδίστασε να είπη κακήν την ενέργειαν μου, και εις δευτέραν δε ερώτησιν του κ. Στρατοδίκου απήντησεν ο κ. Παπούλας εγκληματικήν. Θα προσπαθήσω να σας πείσω, κ. Στρατοδίκαι ότι όχι μόνον δεν ήτο εγκληματική αλλ' ούτε και κακή, απ' εναντίας ήτο και επι­βαλλομένη. Τί ήσαν αυτά τα συγκροτήματα; Τα συγκροτήματα ήσαν μία εφεύρεσις ειρήνης, δηλαδή μετά τον Σαγγάριον. Όταν τα στρατεύματα κατέλαβον αυ­τήν την γραμμήν, εθεωρήθη επί τη βάσει της παρατάξεως της Τουρκικής, ότι ώφειλον τα εις Αφιόν Καραχισάρ στρατεύματα να έχωσι μίαν Διοίκησιν. Υπήγετο η Διοίκησις εις τον ανώτερον των σωματαρχών, κατ' αρ­χήν ελαττωματικήν, καθ' ην ο διοικών μίαν μονάδα να .διοική άλλην. Εθεώρουν όπως δύο μονάδες, εάν υπήρχεν ανάγκη να έχωσιν ένα άλλον διοικητήν. Επί πλέον εύρον την εξής κατάστασιν. Τον κ. Κοντούλην από καιρού ασθενούντα, και προ επταμήνου, μετά το συμβούλιον των Αν­τιστρατήγων, εν Σμύρνη. Εξ αυτού επήρχετο η εξής ανωμαλία. Ο κ. Τρι­κούπης ήτο διοικητής του Β' Σώματος, επομένως ο αρχαιότερος. Έπρεπε να υπάρχη εις το Α'. Την διοίκησιν του Β' ανελάμβανεν ο αρχαιότερος των Μεράρχων, ο κ. Διγενής. Ήτο διοικητής της XIII Μεραρχίας. Εις την XIII ετοποθετήθη κάποιος άλλος. Επί 7 μήνας ήτο άνω κάτω, διότι δεν υπήρχε κάποιος ο οποίος εν περιπτώσει επιθέσεως θα έπρεπε να την διοικήση. Εξ αυτών των συγκροτημάτων, το Βόρειον, το Γ' Σώμα, είχεν έκτασιν από την μεσημβρινήν άκραν της Ασκανίας λίμνης μέχρι του Σεϊντί-Γαζή. Προς βορράν μέχρι Κίου ήτο εν τμήμα σπουδαιότατον, διότι ήτο εύκολος η διάβα­σις, αφίετο δε εις την Διοίκησιν και εποπτείαν ούτως ειπείν του διοικητού της στρατιωτικής περιοχής, ο οποίος φύσει και θέσει δεν ήτο διόλου κατάλ­ληλος. Η ανωμαλία ως εκ τούτου ήτο καταφανής. 
Ώστε η κατάργησις του συγκροτήματος εκεί απέδωσε μίαν ενότητα διότι υπήγαγον το τμήμα αυτό το οποίον ενίσχυσα, υπό τον ίδιον Μέραρχον, υφ' ον και η περαιτέρω επέκτασις του μετώπου. Ώστε υπήρχε μία ενότης, υπό τον Μέραρχον κ. Κλαδάν. Όσον αφορά το λεγόμενον Νότιον συγκρότημα, υπήρχον δύο τμήματα, το Α' με τέσσαρας μεραρχίας και το Β' με άλλας τέσσαρας, το Α' περιελάμβανε την I, IV, XII και την V, το Β' περιελάμβανε τας μεραρχίας II, VII, IX και ΧII. Είναι μία λεπτομέρεια την οποίαν ουδείς μάρτυς εξέθηκε και την οποίαν εκράτησα δια την απολογίαν μου, ότι η ομάς της VII και IX δεν υπήγετο εις το συγκρότημα, έπρεπε να τας διάθεση η Στρατιά. Αλλά πλην τούτου δεν κατηργήθη καμμία εκ των υπαρχουσών δια­ταγών. Κατηργήθη εν όνομα, έπαυσε να λέγεται συγκρότημα, εξηκολουθησαν όμως να ισχύουν αι διαταγαί, αίτινες τουναντίον συνεπληρώθησαν δι' οδη­γιών, εις τας οποίας ανεφέροντο με τον αριθμόν πρωτοκόλλου όλαι αι προγε­νέστεραι διαταγαί και οδηγίαι, αι οποίαι εξηκολούθουν να ισχύουν·. Αυτό είνε από τα σοβαρά, σοβαρώτερα σημεία της κατηγορίας, το οποίον καταρρίπτε­ται, διότι είνε αποδεδειγμένον τούτο, διότι ουδείς αμφισβητεί αυτό, αλλά τουναντίον οι μάρτυρες επεκύρωσαν αυτό. 
Και περί μεν της μη επεμβάσεως μου και περί της δράσεως μου, θεωρώ, κύριε Πρόεδρε, ότι ολίγον κατωτέρω πρέπει να σκιαγραφήσω συντόμως, όσον είνε δυνατόν, με τας κυρίας γράμμας, τα της μάχης, τα οποία κατά τμήματα διάφοροι εκ των μαρτύρων εξέθηκαν, αλλά όχι κατά τρόπον εις τον οποίον να φαίνωνται αι κύριαι γραμμαί και να παραλείπονται αι λεπτομέρειαι. Καθ'όσον αφορά τα περαιτέρω (αναγινώσκει): «Ούτω: ενώ από της 8 Αύγουστου πανταχόθεν καταφθάνουσιν εις το Στρατηγείον της Στρατιάς πληροφορίαι περί εχθρικών συγκεντρώσεων και παρασκευαζόμενης επιθέσεως και συγκεκριμένως αι υπ'αριθ. 6970)2459)2 — 5)8)22, 7384)2110)3-12)8)22, 3217)3-10)8)22 και 9218)501)2-11)8)22, ωρ. 21 αναφοραί του Α' Σ. Στρατού δεν άφινον καμμίαν αμφιβολίαν ου μόνον περί παρασκευαζομένης επιθέσεως, αλλά και περί του τομέως, εναν­τίον του οποίου θα κατηυθύνετο αύτη, ο αρχιστράτηγος Χατζανέστης, απολογούμενος, ισχυρίζετο ότι ουδεμίαν είχεν ανησυχίαν. Και χαρακτηριστικώτατον του ισχυρισμού του τούτου είνε το γεγονός, ότι την 13 Αυγούστου ητοιμάζετο να αναχωρήση εις Αθήνας, ενώ ήτο εν γνώσει της επικειμένης εχθρικής επιθέσεως, τοσούτον μάλλον εφ' όσον την 12—8—22 και ώραν 16 και 15' υπέγραψε και εκοινοποίησε την υπ'αριθ. 2190)5468 διαταγήν του, δι’ ης εγνωστοποίει εις τας διαφόρους μονάδας τας συγκεντρώσεις του εχθρού και εγκρίνει την αίτησιν του στρατηγού Τρικούπη περί ενισχύσεως του υπό μικρού αποσπάσματος της VII Μεραρχίας».

Πρέπει να κάμω μίαν παρέκβασιν, δια να σας θέσω ενήμερους της καταστάσεως εις αυτό το διάστημα το μεσολαβήσαν από της επιστροφής μου εκ Θράκης μέχρι της επιθέσεως. Εις τας 10 του μηνός Ιουλίου δι' αντιτορπιλλικού κατηυθύνθην εις Κερατσίνι, χωρίς να γνωρίζη κανείς, όπου συνήντησα το υπουργικόν συμβούλιον επί του  « Αβέρωφ» και εκεί ετέθησαν αι βάσεις της εργασίας και αι τελικαί οδηγίαι, εν συνεργασία μετά του στόλου. Εγύρισα εις την Ραιδεστόν. Κατόπιν, δια λόγους πολιτικούς, εις τους οποίους επαναλαμβάνω, δεν θέλω να υπεισέλθω, η επιχείρησις αυτή εσταμάτησεν. 

Αλλ' εν τω μεταξύ αυτό, εγώ ατομικώς, επειδή εθεώρουν ότι αυτό το εγχείρημα εις Κωνσταντινούπολιν είχε μίαν έννοιαν καθαρώς στρατιωτικήν, επίσης, ασχέτως προς την γενικωτέραν έννοιαν της πολιτικής, διότι ήμην εν γνώσει ότι μέχρι της στιγμής εκείνης κύριον κέντρον εφοδιασμού ήτο ή Κωνσταντινούπολις, απηύθυνα επιστολήν προς τον Διοικούντα τα στρατεύ­ματα εκεί κ. Χάριγκτων, την οποίαν δεν έχω μαζύ μου δυστυχώς, δια της οποίας επιστολής, όταν αυτός ωμίλησε περί ουδετερότητος, του έδωκα φιλικώτατα να εννοήση ότι εγίνοντο αυτά και αυτά τα έκτροπα, ότι υπό τα όμματα αυτού απεστέλλοντο όπλα κλπ., του εδήλωσα τας συγκεντρώσεις, τας αποθήκας εκ των οποίων ελαμβάνοντο και του κατήγγελλον λεπτομερείας. Κατ' αυτόν είχεν εν καλόν αποτέλεσμα, διότι ο Αρχιστράτηγος μοι απήν­τησε δια μακράς, λίαν φιλόφρονος επιστολής και μοι έστειλεν ένα τάγματάρχην Άγγλον, σύνδεσμον, δια να μοι είπη ότι μ' ευχαριστεί, δι' ό,τι ανεκοίνωσα προς αυτόν, ότι τα ανεκοίνωσε προς τον πρωθυπουργόν της Τουρ­κίας Ισμέτ Πασσάν, και ότι αυτός έκαμεν ότι δεν εννόησε περί τίνος πρό­κειται και ότι οπωσδήποιε έφερε καλόν αποτέλεσμα. 

Το λέγω δια να είπω ότι είχον διάφορα τεκμήρια και αποδείξεις ότι η Κωνσταντινούπολις ήτο εν κέντρον εφοδιασμού σπουδαιότατον του Κεμάλ. Επί πλέον τηλεγραφήματα διάφορα έφθανον ανακοινούντα προμηθείας μελλούσας του Κεμάλ σπουδαιοτάτας. Παραγγελίαν 400 αεροπλάνων, παραγγελίαν 200 πυροβόλων Σκόντα εξηκριβωμένως 100 ελαφρών και 100 βα­ρέων πυροβόλων, 1000 πολυβόλων, παραγγελίαν 150,000 όπλων.

Εννοείται ότι αμέσως ανηνέχθην εις το Υπουργείον, και ενώ πριν ήμην αισιόδοξος, ήρχισα να εκφράζω την απαισιοδοξίαν μου.Είπον ότι πρέπει να ληφθή μέτρον, ότι δεν δύναμαι να εγγυηθώ πλέον, διότι, αν αυτά τα πράγματα έλθουν, θα υπάρξη υπεροπλία του εχθρού. Κατόπιν φθάνω εις την Σμύρνην, όπου μανθάνω άλλα δυσάρεστα. Ο στρα­τηγός Τρικούπης μου ανέφερεν ότι αι λιποταξίαι, αι οποίαι ήσαν κατ' άτομον μέχρι της στιγμής εκείνης εις τον τομέα αυτόν, ήρχισαν να παρουσιάζωνται ομαδικαί. Εν γένει μία κατάστασις η οποία ομολογώ, μοι απήρεσε και με ενέβαλεν εις ανησυχίας. Εν τω μεταξύ είχε συμβή και το εξής: Ο εχθρός κατώρθωσε να φέρη 30 αεροπλάνα καταδιωκτικά και τελείου συστή­ματος, κατά την εισαγωγήν των οποίων έκαμα ό,τι ήτο δυνατόν, ως και το υπουργείον των Στρατιωτικών. Αλλά προσέκρουσεν εις την εκτέλεσιν εις διαφόρους δυσχέρειας, τας οποίας παρουσίασεν η Ναυτική υπηρεσία. Τα αεροπλάνα αυτά έφθασαν προ των επιχειρήσεων. Από την στιγμήν εκείνην το ζήτημα των αναγνωρίσεων δι' ημάς ήτο ζήτημα δυσχερέστατον, διότι εγένοντο μεν και πρότερον αναγνωρίσεις έως τότε, αλλ' εγίνοντο υπό τύπον επισκέψεων, διότι το πρωί μας επεσκέπτετο ο εχθρός, το απόγευμα ημείς. 

Άλλαι καταδιώξεις, συμπλοκαί, καταρρίψεις δεν εγένοντο. Εγώ είχον διατάξει όλα τα δυνατά, ώστε να καταλήξωμεν εις το να είμεθα κύριοι του εδάφους το οποίον είχομεν, να μη επιτρέπωμεν δηλαδή τας αναγνωρίσεις και κατωρθώθη ούτω το πρώτον υπό ενός λοχίου Σταυροπούλου να καταρριφθή εν τουρκικόν αεροπλάνον και να φονευθώσιν αμφότεροι οι επιβαίνοντες. 

Άλλο ζήτημα επίσης, προηγηθέν της επιθέσεως, το ζήτημα της αερο­πορίας. Επιθυμώ να εκθέσω, διότι εγράφησαν τόσα ψευδή, τόσαι συκοφαντίαι δια το ζήτημα αυτό. Σας είπον, όταν εγίνετο η εξέτασις των μαρ­τύρων, ότι υπήρχεν εκεί ένας αριθμός ναυτικών αεροπόρων, οι οποίοι υπήγοντο εις το υπουργείον των Ναυτικών. Ελάμβανον διαταγάς από τας Αθήνας, δεν είχον δικαίωμα να τους δώσω καμμίαν διαταγήν, ουδέ να τιμω­ρήσω, ουδέ τίποτε. 

Κάποιος επυροβόλησεν εκεί, εν τω μετώπω ων, δια να κτυπήση που­λιά. Διέταξα να τιμωρηθή με φυλάκισιν και το υπουργείον των Ναυτικών εζήτησε την ακύρωσιν της ποινής. Θέλω να είπω, ότι συνέβαινε κάτι τι παράδοξον' να είμαι προϊστάμενος της Στρατιάς, να έχω στρατηγούς και υποστρατήγους υπό τας διαταγάς μου και να υπάρχη κράτος εν κρατεί, αυτή η λεγομένη ναυτική αεροπορία, η οποία να είνε ασύδοτος! Μεταξύ αυτών υπήρχον αεροπόροι άξιοι, παρατηρηταί μετριώτεροι. Έπρεπε να μετατεθώσιν έξαφνα αεροπόροι εις ειδικά αερόπλοια ή να στείλωμεν τους ιδικούς μας παρατηρητάς, διότι, ως γνωρίζετε, είνε ποικίλη η εργασία των αεροπόρων. Αυτός ο αγών υπήρχε προ της αναλήψεως μου, αλλ' εγώ το είχον κάνει ζή­τημα, εγώ επέμεινα εις το υπουργείον των Ναυτικών να τελειώση αύτη η κατάστασις, διότι δεν ήτο ανεκτή. Όταν έφθασα εις τας Αθήνας εις τας 10 Ιουλίου, επί του «Αβέρωφ», επανέλαβα τα πράγματα και μοι εδόθη η υπόσχεσις από τον κ. υπουργόν των Στρατιωτικών και από τον κ. υπουργόν των Ναυτικών, ότι το ζήτημα θα λυθή. Πρέπει να τονίσω, ότι η προ­σπάθεια του υπουργού ήτο όσον ένεστι μείζων, αλλά το αποτέλεσμα ήτο ότι επέστρεψα, και το ζήτημα δεν είχε λυθή. Έπειδή γίνεται λόγος περί αγώ­νος αεροπλάνων, αι αναγνωρίσεις αύται καθ' εκάστην επανελαμβάνοντο. 

Τον τελευταίον καιρόν ήρχισαν να με ανησυχούν. Τότε ετηλεγράφησα εις το υπουργείον των Ναυτικών λέγων, ότι ανάγκη να λυθή το ζήτημα των αεροπόρων. Ανάγκη πας στρατιωτικός ή ναυτικός αεροπόρος, οπουδήποτε ευρισκόμενος, να έλθη εις την Μικράν Ασίαν και να υπαχθώσιν όλοι εις τας διαταγάς μου, διότι αν απρόοπτος επίθεσις του εχθρού σημειωθή εις ένα σημείον, το αποτέλεσμα θα ήτο ολέθριον. Εν τούτοις και πάλιν δεν επετεύχθη η υποταγή των αεροπόρων εις τας διαταγάς μου... Όταν επήλθε το γεγονός της Ορτάντζας εθεώρησα, ότι δεν έπρεπε να έλθω εις τας Αθήνας πριν ή κανονισθή το ζήτημα αυτό, να ίδω τί θ' απεγίνετο τέλος πάντων η αντεπίθεσις. Ταυτοχρόνως όμως δεν είχον έλθει ακόμη και τα αποτελέσματα των εργασιών των επιτροπών της μελέτης της συμπτύξεως. Η μεν μία του Παπαϊωάννου είχε τελειώσει και μοι είχε δώσει το πόρισμα. Η άλλη υπό τον συνταγματάρχην Μαμούρην, δεν είχε τελειώσει ακόμη και εκλήθη ο πρόεδρος της επιτροπής να έλθη εις οιονδήποτε σημείον και αν ευρίσκετο. ΄Ηλθε πράγματι και υπέβαλε μίαν έκθεσιν και όλα τα σχέδια, ως και ο Πα­παϊωάννου, μέχρι του σημείου, εις το οποίον είχε προχωρήσει. Ήτο περί­που το μέσον προς την Κούλαν. Εβιαζόμην, το εθεώρουν πρωτίστης σημασίας να λυθή το ζήτημα αυτό. Σημειώσατε, ότι και άλλοτε ανηγγέλθησαν συγκεντρώσεις, αλλά επίθεσις δεν εγένετο ή διόλου ή ουδέ καν ό,τι έγινεν εις την Όρτάντζαν. Ουδεμία εκδήλωσις επιθέσεως, ενώ κινήσεις εγίνοντο. Δεν υπήρχε λόγος να πιστεύσω εγώ, ότι από της 11ης του μηνός αυτή ή μετακίνησις ήτο προοίμιον μιας επιθέσεως της 13. 
Αφού εφλεγόμην υπό της επιθυμίας, το εθεώρουν σπουδαιότατον να έλθω εις τας Αθήνας και λέγω κάτι τι το οποίον πρώτην φοράν το ακούει η Κυβέρνησις. Ηρχόμην με την απόφασιν να της είπω : Κύριοι, αυταί εί­ναι αι γραμμαί της συμπτύξεως. Δέχεσθε αυτάς τας γραμμάς, δύνασθε να λύσητε το ζήτημα των νηοψιών ; Δύνασθε να λύσητε το ζήτημα της αερο­πορίας ; Αν δεν ημπορήτε, λυπούμαι, αλλά δεν ημπορώ να εξακολουθήσω να έχω την διοίκησιν. Εθεώρουν το ζήτημα αυτό μεγίστης σημασίας και μάλιστα εζήτησα τότε εν αντιτορπιλλικόν λέγων εις τον επιτελάρχην, ότι αν τυχόν μετά την αναχώρησίν μου εκδηλωθή τι, ειδοποιήσατε με τηλεγραφικώς, να γυρίσω οπίσω. Δεν υπήρχεν, ως παρίσταται εν τω κατηγορητηρίω, αναμονή επιθέσεως. Εφαίνετο ότι γίνεται μία κίνησις εκεί φυσικά, η οποία όμως ηδύνατο να εκδηλωθή μετά 3—4—5 ημέρας ή και διόλου. 
Πράγματι είχον αυτόν τον φάκελλον, εις τον οποίον υπήρχον όλα τα στοιχεία αυτά, τα οποία είχον μαζύ μου δια αυτά τα ζητήματα, τα οποία επρόκειτο ν' αναπτύξω, δηλαδή σύμπτυξιν, νηοψίας, αεροπορίας.
(Προηγούμενο)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου