Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014

ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΥΡΙΒΗΛΗΣ: ΣΤΗΝ ΑΗΤΟΦΩΛΗΑ ΤΟΥ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ

 Ξεκινάμε από το μοναστήρι του Μαχαιρά για ένα προσκύνημα. Να επισκεφθούμε την αδειανή αετοφωληά του Αυξεντίου.
– Είναι μακρυά από 'δώ; ρωτάω έναν νεαρό καλόγερο.
– Ένα τέταρτο...
Και μου δείχνει το κατηφορικό μονοπάτι. Το τεταρτάκι παίρνει απίθανες προεκτάσεις, το αγροτικό δρομάκι ανάμεσα στους άγριους θάμνους αποτελείται από θρυμματισμένους
κοφτερούς σχιστόλιθους που δυναστεύουν την αθηναϊκή υπόδηση. Κατόπι παύει να υπάρχει.
– Εδώ κοντά είναι, μας πληροφορεί πολύ επίκαιρα μια συντροφιά Κυπριώτες που γύριζαν από το μέρος.
Κουβέντες ακούγονταν από τη δασωμένη κατηφοριά χωρίς να βλέπω κανέναν. Είταν η παρέα των φίλων που είχε φτάσει κιόλας. Προσέχτε, φώναξαν. Είναι γλιστερό το πέρασμα.
Κατέβηκα κρατημένος από τα κλωνιά των θάμνων και βρέθηκα κοντά στους φίλους που προηγήθηκαν.
– Που είναι; ρωτάω γιατί δε βλέπω τίποτα από τη σπηλιά.
Γύρω μου είναι άγριοι θάμνοι με τα κλωνιά τραυματισμένα από σφαίρες. Χάμου είναι σκορπισμένα μαραμένα στεφάνια δάφνης. Μερικά κρέμονται ξερά από τα κουτσουρεμένα
κλαδιά. Το αγεράκι τα σαλεύει και τρίζουν. Είναι πάλι η κατηφοριά, μια σάρα από τους σχιστόλιθους που κυλούν από το ψήλωμα. Είμαστε εδώ πάνω στη στέγη της αητοφωλιάς. Σ' ένα σημείο είναι ανοιγμένη. Βλέπει κανείς απ' αυτή την τρύπα τα χοντρά πουρναρόφυλλα που την υποστηρίζουν. Πάνω τους ακουμπούν λαμαρίνες, κι αυτές είναι σκεπασμένες με χώματα και πέτρες. Η σάρα που κυλά από πάνω τα κρύβει όλα. Η είσοδος στο καταφύγιο είναι ακόμα πιο χαμηλά στην επικίνδυνη κατηφοριά. Από την ανοιγμένη τρύπα της σκεπής σκύβοντας αντικρύζεις το σκοτεινό εσωτερικό της σπηλιάς. Στηριγμένο εκεί, ανάμεσα στις πέτρες, ένα μπουκέτο από φρέσκα μυριστικά λουλούδια, με φροντίδα τοποθετημένο όρθιο. Θάναι απ' τους
προσκυνητές του ιστορικού καταφυγίου που βρήκαμε στο μονοπάτι να επιστρέφουν στο μοναστήρι.
Αντίκρυ, από την άλλη πλευρά του βουνού, που τη χωρίζει η χαράδρα, είναι μερικά αμπελοχώραφα. Εκεί κατέβηκε το ελικόπτερο που έφερε τον προδότη και το απόσπασμα που
ενήργησε την επιχείρηση. Οι Εγγλέζοι αναπτύχθηκαν σ' αυτό το πρανές αντίκρυ στην είσοδο της σπηλιάς, και άρχισαν καταιγιστικά πυρά. Ο Αυξεντίου κατάλαβε πως δεν υπήρχε τρόπος διαφυγής, διάταξε τους συντρόφους που πολεμούσαν μαζύ του να παραδοθούν για να μη σκοτωθούν άσκοπα. Βγήκαν αυτοί και ο Αυξεντίου απόμεινε μόνος στο μετερίζι του να θερίζει Εγγλέζους.
– Παραδόσου! του φώναξαν απ' αντίκρυ. Ρίξε τ' όπλο σου και παραδόσου!
Η απάντηση ήρθε από το νεαρό λιοντάρι –μόλις είχε κλείσει τα εικοσιεννιά του χρόνια– και είταν η γνωστή, η παλιά, η ιστορική:
– Μολών λαβέ!
Ο Αυξεντίου είχε πάρει την απόφασή του. Είταν η ίδια φωνή από τους Τρακόσιους του Λεωνίδα, από τους κλεισμένους στο χάνι της Γραβιάς, από τους Κρητικούς του μοναστηριού
του Αρκαδίου. Τα εγγλέζικα βλήματα, οι χειροβομβίδες, οι όλμοι, θέριζαν τον τόπο,  κομμάτιαζαν τους θάμνους. Ο Αυξεντίου μόνος, ψύχραιμος, εξακολουθούσε να σκοπεύει και να ρίχνει, και κανένα βόλι του δεν πήγαινε χαμένο. Δέκα ολόκληρες ώρες μάχη. Επική μονομαχία ενός Έλληνα με εβδομήντα εχθρούς. Τότες αυτοί σύρθηκαν από πάνω, άνοιξαν μια τρύπα στη στέγη, εκεί που είδαμε τα φρέσκα λουλούδια άδειασαν μέσα στο καταφύγιο έναν ντενεκέ μπενζίνα, έβαλαν φωτιά και έκαψαν ζωντανό τον απροσκύνητο πολεμιστή.
Τον προδότη τον πήρανε μαζύ τους, του πλήρωσαν τα τριάκοντα βδελυρά αργύρια –τιμήν αίματος– και τον έστειλαν, στην Κένυα μου είπαν οι Κύπριοι.
Αυτό είταν το τέλος του Γρηγόρη Αυξεντίου, του πρωτοπαλλήκαρου του Διγενή, του υπαρχηγού της ΕΟΚΑ.
Σήμερα τα παλληκάρια, τα παιδιά και οι κοπέλλες της Κύπρου τραγουδούν σε αρματωλικό σκοπό το τραγούδι του Ζήδρου του σταυραητού, που άκουσα από τη χορωδία τους και στο μνημόσυνο που του έκαμαν μέσα στην εκκλησιά της Λύσης, της πατρίδας του ήρωος. Ζήδρος είταν το πολεμικό του ψευδώνυμο.
Στο πρόσωπό του η Κύπρος λατρεύει τώρα συμπυκνωμένη την παλληκαριά της ΕΟΚΑ. Της ΕΟΚΑ του Διγενή, που νίκησε την Αγγλική Αυτοκρατορία.
Χτες και προχτές οι συντρόφοι του φέρνουν και παραδίνουν στις εκκλησιές τα όπλα τους.
Απίθανα όπλα. Χιλιάδες βόμβες κατασκευασμένες από τους ίδιους πολεμιστές με πριονισμένους σιδηροσωλήνες, ολμοβόλα από λαμαρίνα, πιστόλια με την επιγραφή κατασκευή της ΕΟΚΑ, κανονάκια από μετάλλινους υδροσωλήνες, κυνηγετικά δίκαννα, νάρκες με επικρουστήρες σκεπασμένους με χρυσόχαρτα βγαλμένα από τσιγαροκούτια και λόφους από πυρομαχικά. Τα φέρνουν αυτοκίνητα με τον αριθμό τους σκεπασμένον από εφημερίδες. Τα παραδίνουν με τα μάτια θολά από τα δάκρυα, γιατί έτσι τους διέταξε ο Διγενής, παίρνουν την απόδειξη της παραλαβής και φεύγουν σιωπηλοί.
Τι είν' αυτό; ρωτάς έναν που παραδίνει ένα βαρύ σιδερικό κατασκευής ΕΟΚΑ.
– Κανόνι είναι, σου απαντά.
– Και πως δουλεύει;
Σε κυττάζει, δε σου απαντά και φεύγει.
Η ΕΟΚΑ έχει πολλά μυστικά που δεν τα αποκαλύπτει. Ίσως ποτές να μην τα αποκαλύψει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου