Τετάρτη 22 Ιουνίου 2011

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΒΑΡΒΑΡΟΣΑ.


Όταν η πολιτική εξουσία δεν μπορεί να βρει καμία διπλωματική λύση,  για μια απειλητική κατάσταση ,  κανένας δεν μπορεί  να αρνηθεί σε στρατηγό  που έχει συνείδηση  των ευθυνών του, το δικαίωμα να προσβάλει πρώτος τον αντίπαλο, στο μέτρο της εξουσιοδότησης που θα λάβει από τη  Κυβέρνησή του και πάντα κάτω από τη προϋπόθεση της τήρησης  των αρχών του Διεθνούς Δικαίου. Στο  πλαίσιο  της ανατεθείσας σε αυτόν υπεράσπισης των   εθνικών εδαφών, έχει υποχρέωση να επιτεθεί  πρώτος, ώστε να μεταφέρει επί εχθρικού εδάφους το Θέατρο των Επιχειρήσεων».                                                                                                   Halder



Εβδομήντα   χρόνια μετά τη γερμανική εισβολή στην Σοβιετική Ένωση η επίσημη ιστοριογραφία   αγωνίζεται να διατηρήσει μια σειρά από μύθους. Ένας από αυτούς ,ο επικρατέστερος, θέλει  τον Führer της Εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας τυφλωμένο από τη μεγαλομανία του να επαναλαμβάνει το ίδιο λάθος του Ναπολέοντα που αμέσως μόλις διαπίστωσε την στρατιωτική  αδυναμία του να περάσει την Μάγχη, και να υποτάξει στρατιωτικά  την Μ. Βρετανία, επιχείρησε να βγει από την αμηχανία του στρεφόμενος εναντίον της  Ρωσίας με σκοπό να τη συντρίψει στρατιωτικά. Μια ήττα της Ρωσίας ,κατά την άποψή του,θα εξανέμιζε  και τις τελευταίες  ελπίδες της Βρετανίας να εμπλέξει τη Γερμανία  σε διμέτωπο αγώνα. 
Τίποτα λιγότερο αληθινό. Ο Führer  αρχίζει  να συζητά  το ενδεχόμενο μιας  εισβολής στην Ρωσία  από τη στιγμή που διαπιστώνει την αδυναμία επίτευξης   πολιτικής συμφωνίας με την Μεγάλη Βρετανία,μια συμφωνία  ικανή να τερματίσει ένα πόλεμο , ένα πόλεμο που  με βάση τα μέχρι τότε στοιχεία  δεν μπορούσε να συγκρατηθεί μέσα στα  Ευρωπαϊκά  σύνορα και μοιραία θα εξελισσόταν σε παγκόσμιο. Χρονικά αυτή η στιγμή πρέπει να τοποθετηθεί μετά το τέλος της εκστρατείας εναντίον της Πολωνίας, δηλαδή πριν από την εκστρατεία στη Δύση, πριν ξεκινήσουν  οι προετοιμασίες  για την επιχείρηση Seelöwe [1] και βέβαια πριν εμφανιστούν οι δυσκολίες στρατιωτικής κατάληψης της Μ. Βρετανίας Σύμφωνα με την μαρτυρία του Blumentritt ο ίδιος άκουσε να γίνεται λόγος για επιθετικά σχέδια εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης από τον Schmund  στις αρχές Ιανουαρίου 1940.
 Κράτησα σημειώσεις αμέσως για τα όσα μου είπε ο Schmund. Η συμπεριφορά του Hitler προς την Ρωσία κατά την διάρκεια αυτού του πρώτου χειμώνα  του πολέμου, όταν εκείνη η χώρα ήταν ακόμη ευνοϊκά ουδέτερη , μπορεί να συνοψισθεί με τον ακόλουθο τρόπο. Οι  Μπολσεβίκοι έλεγχαν την  Ρωσία εδώ και μία γενιά , όσο χρειαζόταν για να μεταβάλουν τα πιστεύω του λαού και ειδικά της νεολαίας  τους. Η καταστροφή της Αυστρο-ουγγρικής αυτοκρατορίας στα 1918 σήμαινε ότι ο ιστορικός εχθρός της Ρωσίας και το παραδοσιακό προπύργιο  της Ευρώπης ενάντια στην Ανατολή  είχε πάψει να υπάρχει. Δοθέντος ότι η Βέρμαχτ συνιστούσε πλέον την μοναδικό αποτελεσματικό φράγμα ανάμεσα στον Κόκκινο Στρατό και την Ευρώπη, ο Hitler θεωρούσε αποστολή της Γερμανίας να αποτρέψει τον κίνδυνο από την Ανατολή και να απωθήσει  τις προελαύνουσες δυνάμεις του μπολσεβικισμού. Παρακολουθούσε πολύ προσεκτικά  εκείνο  τον τομέα και ήταν σε επιφυλακή να δράση αν και όταν κρινόταν αναγκαίο [2].
Τα  ρητορικά  σχήματα όπως καταγράφονται από τον  Blumentritt και όπως υιοθετήθηκαν από πολλούς «ορθόδοξους» ιστορικούς μοιάζουν φτιαγμένα έτσι ώστε να παραπέμπουν συνειρμικά  με ιδιαίτερη  ευκολία στις σελίδες του Mein Kampf, σε μια προσπάθεια να αναδείξουν στα σχέδια  για τον εποικισμό της ανατολής και την ανάγκη για  «ζωτικό χώρο» [3] . Στην πραγματικότητα επιχειρούν να συσκοτίσουν μια μεγάλη αλήθεια που βρίσκεται στην ίδια την  πολιτκό-ιδεολογική υπέρβαση που επιχειρούν,  αρχικά  Παρίσι και Λονδίνο και το Βερολίνο λίγο αργότερα......
.Από την εποχή  που οι Ευρωπαίοι και όχι μόνο εκστράτευαν εναντίον της Ρωσίας για να καταπνίξουν την επανάσταση  των Μπολσεβίκων  έχουν περάσει σχεδόν δύο δεκαετίες. Στο διάστημα αυτό πολλά πράγματα έχουν αλλάξει .Ο μπολσεβικισμός έχει αποδείξει ότι δεν είναι τόσο επίφοβος όσο αρχικά είχε εκτιμηθεί, η ιδέα της παγκόσμιας επανάστασης έχει μετασχηματιστεί σε εκείνη της  οικοδόμησης  του Σοσιαλισμού σε μία χώρα και επιπλέον  η συμπεριφορά της Σοβιετικής Ένωσης στους διεθνείς οργανισμούς οικοδομεί χρόνο με το χρόνο μια  καλή έξωθεν μαρτυρία.Στα πλαίσια  των πολιτικών ισορροπιών και των στρατιωτικών συνασπισμών τόσο οι Κυβερνήσεις  του Λονδίνου και των Παρισίων όσο και εκείνη του Βερολίνου  δείχνουν  φανερά την διάθεσή τους να διεκδικήσουν τη  συμμαχία μιας χώρας της οποίας η γαιοπολιτική σπουδαιότητα πολύ ελάχιστα επηρεάζεται από ένα   κοινωνικό-πολιτικό σύστημα  εκ διαμέτρου αντίθετο με το δικό τους. 

Η διεκδίκηση από τη πλευρά της Γερμανίας μιας πόλης γερμανικής ,όπως το Δάντσιχ και η άρνηση της Πολωνίας να την επιστρέψει, οδηγεί αναπόφευκτα σε πόλεμο. Οι Γερμανοί εισβάλλουν στη Πολωνία, Βρετανία και Γαλλία ,έχοντας τη διαβεβαίωση ότι η Ιταλία θα παραμείνει ουδέτερη κηρύσσουν όχι δίχως ταλαντεύσεις τον πόλεμο εναντίον της Γερμανίας. Το  γερμανό-σοβιετικό  σύμφωνο του περασμένου μήνα ουσιαστικά εξουδετερώνει τις συνέπειες  του ναυτικού αποκλεισμού που επιχειρούν οι Βρετανοί . Οι πρώτες ύλες απαραίτητες για τη διεξαγωγή του πολέμου εξακολουθούν να φθάνουν με ασφάλεια μέσα από το σοβιετικό έδαφος που παράλληλα αντιπροσωπεύει και τη σταθερή γέφυρα συνεργασίας και επικοινωνίας ανάμεσα στη Γερμανία και τη σύμμαχό της  Ιαπωνία.Το βασικό πρόβλημα του Führer της Γερμανίας στα πλαίσια πάντα της διεξαγωγής ενός ευρωπαϊκού πολέμου δεν είναι άμεσο αλλά συνδέεται απόλυτα με την όσο δυνατόν ταχύτερη απεξάρτηση  της χώρας από τη Σύμμαχό της και η σταθεροποίηση της αυτοδυναμίας της. Ο Führer γνωρίζει ότι όσο δεν έχει μόνιμη εξασφάλιση  των πρώτων υλών που τροφοδοτούν την πολεμική του βιομηχανία δεν μπορεί να θεωρηθεί κυρίαρχος του πολεμικού παιχνιδιού .  Προσπαθώντας να σκεφθεί όπως πιθανόν θα σκεφτόταν ο Stalin δεν μπορεί να αδιαφορήσει στο ενδεχόμενο σενάριο κατά το οποίο η Σοβιετική Ένωση υπολογίζοντας στην αναπόφευκτη φθορά της Γερμανίας λόγω του πολέμου δεν θα επιχειρούσε να εκβιάσει (όχι απαραίτητα στρατιωτικά)  την αποδοχή της δικής της πολιτικής , εισπράττοντας αναίμακτα τρόπαια , δοκιμάζοντας πιθανότητα  την αντοχή του  συμφώνου  με τετελεσμένα  γεγονότα.[4] 
Ακόμη και το καλοκαίρι του 1940 ο Führer απέχει πολύ από το να θεωρείται ο νικητής ενός πολέμου που ακόμη δεν έχει καλά-καλά ξεκινήσει. Η κατάκτηση της Γαλλίας και ο εκτοπισμός των Βρετανών από το Ηπειρωτικό έδαφος τον έχουν φέρει  στο χείλος μιας καταστροφής που ο κόσμος δεν έχει ξαναδεί γιατί ακριβώς η Γερμανία του 1940, λόγω της Βρετανικής αδιαλλαξίας, δεν είναι σε θέση να συγκρατήσει το πόλεμο μέσα στα αυστηρά Ευρωπαϊκά του σύνορα.  Παρά την ένδειξη της  καλής  του θέλησης στη Δουγκέρκη[5] και το έντονο πολιτικό παρασκήνιο, η Μ. Βρετανία εξακολουθεί να αρνείται  τη συνεργασία και το  διάλογο και ταυτίζει , από πίεση ή από πεποίθηση , τη τύχη της με εκείνη της μεγάλης δύναμης πέρα από τον Ατλαντικό υπονομεύοντας συνειδητά ή όχι την ίδια της την Αυτοκρατορία. 
Οι Η. Π. Α  θεωρητικά είναι μια ουδέτερη χώρα που επαναπαύεται στην ασφάλεια του απομονωτισμού της. Όμως οι  πολιτικό-οικονομικές δυνάμεις που βρίσκονται συσπειρωμένες γύρω από τον Αμερικανό πρόεδρο Ρούσβελτ δεν δείχνουν  καμία διάθεση να ξεχάσουν ούτε τα δανεικά και αγύριστα του περασμένου πολέμου ούτε φυσικά να παραιτηθούν από τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται για να διασφαλίσουν τα  κυριαρχικά δικαιώματα τους πάνω στην Ευρώπη. Όμως τα πράγματα δεν είναι απλά. . Υπάρχουν η  Johnson Act  του 1934 και  οι Neutrality Acts του 1935 . Επί πλέον  ο ίδιος ο αμερικανικός λαός    στη συντριπτική του πλειοψηφία  θέλει να μείνει έξω από ένα πόλεμο που δεν αναγνωρίζει  σαν δικό του. Το Δημοκρατικό Κόμμα που φιλοδοξεί να στείλει τον επόμενο χρόνο για τρίτη φορά, τον Ρούζβελτ στο Λευκό Οίκο κρατά αποστάσεις και ο ίδιος  ο Αμερικανός Πρόεδρος από τις 3 Σεπτεμβρίου 1939 είναι υποχρεωμένος να  απαγορεύσει την πώληση όπλων σε όλους τους εμπόλεμους. Όχι για πολύ. Δύο μήνες μετά  εκμεταλλευόμενος και διογκώνοντας τις απαιτήσεις των πολεμικών βιομηχανιών να διοχετεύσουν στην Ευρώπη τα «προϊόντα» τους καταφέρνει να περάσει από το  Κογκρέσο το νόμο «Cash and Carry[6]».  Αυτό σημαίνει ότι οι Η Π Α μπορούν διατηρώντας πάντα  την ουδετερότητά τους να πουλούν  όπλα και κάθε τύπου υλικό σε όποια δύναμη είναι σε θέση να στείλει τα  πλοία της μέχρι τα αμερικανικά λιμάνια για να τα αγοράσουν  πληρώνοντας πάντα της μετρητοίς .
Πίσω από τα οικονομικά παιχνίδια  θεριεύουν   τα πολιτικά παιχνίδια και στήνονται  μεγαλεπήβολα όνειρα. Με πρόσχημα ότι η Γερμανία είναι ο υπ’ αριθμό 1 εχθρός της Ευρώπης , και εκμεταλλευόμενοι την αδυναμία της Μ. Βρετανίας να παίξει πειστικά το ρόλο του «αντιπάλου δέους»,  κύκλοι που κινούνται γύρω από τον Ρούζβελτ , φιλοδοξούν να καταστήσουν τις ΗΠΑ  –και τα γεγονότα θα το επαληθεύσουν- το καινούργιο αδιαφιλονίκητο  αφεντικό της Ευρώπης. Νομοτελειακά η  επέμβαση των ΗΠΑ στον πόλεμο θεωρείται δεδομένη και ο χρόνος εξαρτάται από την ταχύτητα με την οποία ο Ρούσβελτ θα πετύχει τη μεταστροφή της κοινής γνώμης υπέρ του πολέμου. Κανείς δεν παραγνωρίζει ότι το  εγχείρημα είναι δύσκολο, επιβάλει  λεπτούς χειρισμούς και πάνω απ’ όλα απαιτεί πίστωση χρόνου[7].
Ο Führer δεν παραγνωρίζει τον αμερικανικό κίνδυνο .  Είναι απόλυτα  βέβαιος ότι στο τέλος ο Ρούσβελτ θα επιβάλλει τη θέλησή του  διατηρεί όμως την ελπίδα  ότι αυτή η μεταστροφή της κοινής γνώμης  δεν μπορεί να συμβεί πριν από  το 1943.Η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που μπορεί να προσφέρει στις Η. Π. Α αυτή τη τόσο αναγκαία πίστωση χρόνου,  είναι μόνο η Μ.  Βρετανία .Καταπληκτικά στοιχεία έχουν δει το φως της δημοσιότητας για τον τρόπο με τον οποίο η Αμερική χειρίζεται τις τύχες μιας Αυτοκρατορίας που  από την άνοδο στην εξουσία του Churchill και μετά, κρατά κάτω από τον απόλυτο ασφυκτικό έλεγχό της.[8].  Λίγοι αντιλαμβάνονται, και ανάμεσά τους ο μεγαλύτερος ποιητής του 20ου αιώνα Πάουντ ότι πίσω από την τροφοδοσία των Βρετανικών ενόπλων δυνάμεων με αμερικανικό  πολεμικό υλικό, παίζεται ένα βρόμικο παιχνίδι που φαινομενικά δείχνει να στρέφεται εναντίον της Γερμανίας αλλά έχει σαν πρώτο στόχο να πριονίσει   υπόγεια την ίδια τη  Βρετανική Αυτοκρατορία[9] ροκανίζοντας   με βουλιμία τα συναλλαγματικά της αποθέματα και το ίδιο της το μέλλον.Δεν χρειάζεται να κατέχει κάποιος ιδιαίτερες και  εξειδικευμένες γνώσεις στα οικονομικά ζητήματα για να κατανοήσει ότι παρά τη συστηματική μετάγγιση χρυσού από το Βρετανικό θησαυροφυλάκιο στις Τράπεζες των Η.Π.Α για την κάλυψη των προϋποθέσεων του Αμερικανικού νόμου «Cash and Carry»  η Μ. Βρετανία δεν μπορεί    να σταθεί όρθια στρατιωτικάπερισσότερο  από ένα χρόνο[10]. Τα  ερωτήματα που προκύπτουν είναι βασανιστικά και όχι μόνο για τον Führer της Εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας. Κάτω από ποιες προϋποθέσεις και λογική η Κυβέρνηση της Μ. Βρετανίας αναλαμβάνει   το ρίσκο να επιμένει  στη στρατιωτική λύση[11]; Τι θα συμβεί όταν  η εξάντληση των αποθεμάτων σε συνάλλαγμα και χρυσό θα καταστήσει πρακτικά αδύνατη την  αγορά  όπλων από τα αμερικανικά εργοστάσια ;  Θα έλθει ίσως το τέλος της Κυβέρνησης Churchill ; Η Μεγάλη Βρετανία θα βρει το κουράγιο να βγει από τον πόλεμο με απευθείας διαπραγματεύσεις, ή θα υποχρεωθεί από την πέρα από τον Ατλαντικό σύμμαχό της   να  συνεχίσει τον πόλεμο ακόμα και  με δανεικά, αδιαφορώντας για  τις όποιες συνέπειες κύρια σε πολιτικό επίπεδο; ..............................
Στα 1940 ο αμερικανικός νόμος νόμος περί δανεισμού και εκμισθώσεως που πολύ σύντομα θα αντικαταστήσει το «Cash and Carry»  μόνο σαν αποκύημα νοσηρής φαντασίας μπορεί να θεωρηθεί. ...........
Ο  Führer της Γερμανίας  ο οποίος πιθανόν να αγνοεί την θεωρία «του πυροσβεστικού σωλήνα και του καιγόμενου  σπιτιού του γείτονα» όπως επίσης αγνοεί ή δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία ,ότι κάπου στη Χαβάη του Ειρηνικού υπάρχει η αμερικανική βάση του  Περλ  Χάρμπορ[12], εξακολουθεί να επιμένει στη λύση των Ευρωπαϊκών προβλημάτων  με βάση την ίδια λογική που μόλις πριν δύο χρόνια ήταν η κοινή λογική των Ευρωπαίων ηγετών. Ακόμη και τώρα πιστεύει  ότι οι όποιες διαφορές στην Ευρώπη πρέπει να λυθούν από ισχυρά Ευρωπαϊκά Έθνη και μέσα από τον διάλογο των επιχειρημάτων . Και ένα από τα Ευρωπαϊκά Έθνη είναι ασφαλώς η Μ. Βρετανία[13].
Από πολλές πηγές -και πάνω απ’ όλα από τη κοινή λογική- προκύπτει ότι ο Führer δεν επιθυμεί την παραπέρα αναστάτωση πάνω στην Ευρωπαϊκή  Ήπειρο . Πιστεύει ότι για το  συμφέρον της Γερμανίας και της Ευρώπης γενικότερα , η Μεγάλη Βρετανία όχι απλά δεν πρέπει να  καταστραφεί αλλά  χρειάζεται να διευκολυνθεί   με κάποιας μορφής συμβιβασμό που θα τη βοηθήσει  να επιστρέψει στην προπολεμική κυρίαρχη θέση της[14]
 .Αυτή η επικίνδυνη για τον Führer  εξάρτηση της Κυβέρνησης του Εθνικού Συνασπισμού της Βρετανίας από τις «ουδέτερες» ακόμα Η.Π.Α, που στα μάτια του κόσμου παρουσιάζεται   σαν συμμαχία και ισότιμη συνεργασία[15] , δείχνει ξεκάθαρα ότι ο  πόλεμος θα είναι μακροχρόνιος και σκληρός τον δε νικητή δεν θα τον αναδείξει μόνο η στρατιωτική τεχνική και η ποιότητα του έμψυχου υλικού αλλά τα τραστ των πολεμικών εργοστασίων και τα αποθέματα των πρώτων υλών που θα τροφοδοτούν τις βιομηχανίες τους για όσο χρόνο χρειαστεί.Μπροστά σ΄ αυτή την πραγματικότητα, η Γερμανία που πάνω στον ευρωπαϊκό χάρτη είναι σαφέστατα μια ισχυρή δύναμη, αλλά πάνω στην υδρόγειο σφαίρα   μια  μικρή ασήμαντη  κουκκίδα,  είναι υποχρεωμένη να κάνει τώρα καινούργιους υπολογισμούς και καινούργια σχέδια. Για τον Führer το κυρίαρχο πρόβλημα συνοψίζεται σε ένα και μόνο σημείο. Να σταθεί όρθιος μπροστά στην καταιγίδα η οποία, μετά την επιμονή της Βρετανίας να αρνείται τις διαπραγματεύσεις, θα ξεσπάσει αναπόφευκτα. Είναι ανάγκη λοιπόν να  διερευνήσει από τώρα τις δυνατότητες που θα του επιτρέψουν να οργανώσει τη χώρα για το ενδεχόμενο που ο Ευρωπαϊκός πόλεμος θα εξελιχθεί σε παγκόσμιος και ο αμερικανικός γίγαντας θα οπλίσει τα χέρια των αντιπάλων του μέσα και έξω από την Ευρώπη...............
Ένα  καινούργιο ερώτημα  προκύπτει πιο σύνθετο και  πιο πιεστικό από το προηγούμενο.Κάτω από ποιες συνθήκες η Γερμανία θα μπορούσε να εξασφαλίσει τις τόσο απαραίτητες γι’ αυτή πλουτοπαραγωγικές πηγές ιδιαίτερα της Σοβιετικής Ένωσης; Σ΄ αυτό το ερώτημα ο  Führer πρέπει να δώσει τη σημαντικότερη απάντηση της ζωής του. Η Σοβιετική Ένωση αποτελεί τη μοναδική ελπίδα για το ξεπέρασμα του στρατιωτικού αδιεξόδου, μια που οι όποιες επιλογές του είναι  δραματικά περιορισμένες .Η πρώτη είναι να δελεάσει με ανταλλάγματα την Σοβιετική Ένωση ώστε  να ενταχθεί στο στρατιωτικό σύμφωνο του Άξονα   ικανοποιώντας τις όποιες εδαφικές ή πολιτικές απαιτήσεις της και η δεύτερη  να την συντρίψει  με μια στρατιωτική επιχείρηση αστραπή. Κοινός τόπος των δύο εκ διαμέτρου αντιθέτων ενεργειών είναι η ασφάλεια των ανατολικών συνόρων και μέγιστη δυνατή αξιοποίηση των πρώτων υλών που χρειάζεται η στρατιωτική του μηχανή [16]. Δίχως αυτές και με δεδομένη την άρνηση της Μ. Βρετανίας για οποιασδήποτε μορφής συνεργασία ο πόλεμος είναι ήδη καταδικασμένος. Ένας ενδεχόμενος πόλεμος σε δύο μέτωπα είναι ένα σενάριο που ο  Führer με την εμπειρία του προηγουμένου πολέμου έχει καταδικάσει ανεπιφύλακτα, από τα πρώτα χρόνια της πολιτικής του σταδιοδρομίας. Στα 1940  όμως μετά την ήττα της Γαλλίας «μέτωπα» με την στενή έννοια του όρου δεν υπάρχουν πάνω στην Ευρώπη. Η Αγγλία είναι απομονωμένη στο νησί της, τίποτα δεν προμηνύει την θύελλα στα  Βαλκάνια η Ευρώπη φαίνεται να αποδέχεται σε μεγάλο βαθμό την καινούργια τάξη των πραγμάτων και σ΄ αυτή την ανάπαυλα, ο Führer υπολογίζει ότι έχει μπροστά του τον αναγκαίο χρόνο για  να τακτοποιήσει το Σοβιετικό πρόβλημα  μέσα από μια εκστρατεία που δεν θα διαρκέσει περισσότερο από 5 μήνες. Με βάση τις πληροφορίες που του παρέχονται πιστεύει ότι στα πλαίσια ενός καινούργιου αστραπιαίου πολέμου  μπορεί να γονατίσει τη ρωσική άρκτο με σχετική ευκολία[17], να την βγάλει από το πολεμικό παιχνίδι, να οικειοποιηθεί τους φυσικούς της πόρους, και ο ίδιος να βγει από το αδιέξοδο. Οχυρωμένος μετά πάνω στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο , με τα βιομηχανικά φουγάρα να καπνίζουν ασταμάτητα προς όφελος του ναυτικού και της αεροπορίας αυτή τη φορά  θα μπορούσε  είτε να περιμένει υπομονετικά  το πότε οι αντίπαλοι του μέσα και έξω από αυτή, κουρασμένοι θα ζητούσαν  σε λογικές βάσεις τον τερματισμό του πολέμου είτε να εκβιάσει την επίσπευση της ειρήνης επιχειρώντας  ακόμη και διηπειρωτικό πόλεμο εφ όσον οι καταστάσεις το απαιτούσαν και τα πολεμικά μέσα του το επέτρεπαν. Ήδη από τα τέλη Ιουνίου του 1940 είχε γίνει στον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου του Στρατού  εκ μέρους του υπουργείου των Εξωτερικών του Ράιχ  ο πρώτος υπαινιγμός  πως "τα βλέμματα του Χίτλερ στρεφόντουσαν επίμονα  προς ανατολάς" και πως η δυσπιστία  του προς τη Σοβιετική Ένωση  έπαιρνε μορφές που μπορούσαν να οδηγήσουν σε πολεμικές συνέπειες " [18].… Σε μια συζήτηση για τη κατάσταση που πραγματοποιήθηκε  υπό την προεδρεία του Führer στις 13 Ιουλίου ο Αρχηγός του Στρατού  Στρατάρχης φον Μπράουχιτς  και ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου του Στρατού Χάλντερ φαίνεται να συμφωνούν ότι η στάση των Ρώσων εμπνέει ανησυχίες.Σε μιαν άλλη συζήτηση, στις 21 Ιουλίου, κατά τη διάρκεια της οποίας υποστηρίχθηκε  πως "έπρεπε να ενταχθούν  τα πάντα και οι πάντες  στον αγώνα κατά της Αγγλίας", χωρίς να αποκλείεται  η ενεργός συμμετοχή  κι αυτής ακόμα της Ρωσίας , ο Führer έδωσε  στον Μπράουχιτς  την εντολή να αρχίσει, για καλό και για κακό , "να μελετά στρατιωτικά  το ρωσικό πρόβλημα¨ και να προετοιμάσει την προκαταρτική μελέτη για μιαν  ανατολική εκστρατεία.  Στις 29 Ιουλίου οι ξεκάθαρες προθέσεις του Führer με την μορφή απόρρητης διαταγής γίνονται γνωστές στον  Διευθυντή του Στρατιωτικού του γραφείου συνταγματάρχη Βάρλιμοντ  και στους διευθυντές των Γραφείων επιχειρήσεων  των τριών Όπλων .

«Ο Führer απεφάσισεν την δια των όπλων συντριβήν της Σοβιετικής Ενώσεως προς εξουδετέρωσιν του απειλητικώς επικρεμαμένου εναντίον της Γερμανίας μπολσεβικικού κινδύνου.» [19]....................



Υποσημειώσεις:

[1] Η εντολή για την επιχείρηση  «θαλάσσιος λέων»  είχε δοθεί στις 16 Ιουλίου 1940. Από τη διατύπωση «…αποφάσισα να προετοιμάσω μια επιχείρηση αποβάσεως και εν ανάγκη να την πραγματοποιήσω…» φαίνεται ξεκάθαρα ότι ο Führer αναλογιζόμενος τις πολιτικές κυρίως συνέπειες μιας παρόμοιας πράξης για την Ευρώπη ολόκληρη απλά μεθοδεύει ένα παιχνίδι εντυπώσεων ψυχολογικού χαρακτήρα. Αυτό γίνεται αντιληπτό από το γεγονός ότι μετά την αδυναμία της γερμανικής πολεμικής αεροπορίας  να εξουδετερώσει την RAF, υιοθετεί δίχως αντιστάσεις και μάλιστα φανερά ανακουφισμένος  την άποψη των Στρατηγών του για την ανάγκη εγκατάλειψης  της επιχείρησης «θαλάσσιος λέων». Περισσότερο αποκαλυπτικός στο θέμα αυτό είναι ο Μανστάιν:Ëις το ζήτημα αυτό δεν δύναται να υπάρξη καμμία αμφιβολία-ότι ο Χίτλερ πάντοτε επεθύμει να αποφύγη ένα αγώνα κατά της Αγγλίας και της Βρετανικής  Αυτοκρατορίας. Κατ΄ επανάληψιν εδήλου ότι η καταστροφή της Αυτοκρατορίας ταύτης δεν θα απέβαινε προς όφελος της Γερμανίας .Την εθαύμαζε ως μίαν πολιτικήν δεξιοτεχνίαν. Αλλά μη θέλοντες να διατηρήσωμεν επιφυλάξεις  διά τα ανωτέρω παραμένει πάντοτε ένα αναμφισβήτητον γεγονός:ότι ο Χίτλερ εγνώριζε  ότι εάν η Αυτοκρατορία αυτή κατεστρέφετο, διάδοχος δεν θα ήτούτο αυτός και η Γερμανία, αλλά αι Η.Π.Α ,η Ιαπωνία ή η Σοβιετική Ρωσσία. (Σελ 148) Την θέση του Μανστάιν υποστηρίζει και ο Βρετανός στρατιωτικός και συγγραφέας Χαρτ :Τα πρακτικά των ιδιαιτέρων συνομιλιών του Χίτλερ αποδείχνουν ότι η στάση του αυτή οφείλετο εν μέρει στην απροθυμία του να καταστρέψη τη Βρετανία και τη Βρετανική Αυτοκρατορία , την οποία έβλεπε σαν στοιχείο παγκοσμίου σταθερότητος . Επίσης,  δεν έπαυε να τρέφη την ελπίδα ότι θα την έκανε συνέταιρο. (Χάρτ Ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου Τόμος Β σελ 947)
[2] Blumentritt σελ 59
[3] Η επιχείρησις «Βαρβαρόσας»  ήταν αποτέλεσμα της αμηχανίας  του Führer αδυνατούντος να συλλάβη το πρόβλημα της συγκεντρώσεως  όλων των μέσων του  εις το αποφασιστικόν σημείον εναντίον του κέντρου βάρους  της βρεττανικής ισχύος . Εν μια λέξει  απετέλει «ψυχολογικήν αντίδρασιν « έναντι της εις τα λοιπά μέτωπα  συνεχώς  επιτεινομένης αποτελματώσεως των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων  . Αμφιβάλλων επί της επιτυχίας  μιας εις την Μεσόγειον επιθέσεως, ως εκ της κατά θάλασσαν υπεροχής των Βρεττανών , ήλπιζεν  ότι μία, ηπειρωτική νικηφόρος κεραυνοβόλος εκστρατεία θα τω απέδιδε την πρωτοβουλίαν. (Gert Buchheit Η στρατηγική ενός δεκανέως Σελ  127 )
[4] Στις 3 Ιανουαρίου ο Μουσσολίνι  προειδοποιούσε τον Φύρερ.«Κανείς δεν γνωρίζει καλύτερα  από εμένα , ο οποίος έχω ανάλογη πείρα σαράντα ετών, πως η πολιτική-ιδιαίτερα η επαναστατική πολιτική – έχει τις δικές της απαιτήσεις τακτικής. Γνώρισα τα σοβιέτ  το 1924.Το 1934 υπέγραψα μαζί τους  ένα σύμφωνο εμπορίου και φιλίας. Καταλαβαίνω πως αφού οι προβλέψεις του Ribbentrop για τη μη επέμβαση της Μεγάλης Βρετανίας και Γαλλίας διαψεύσθηκαν είσαστε αναγκασμένος να αποφύγετε το Δεύτερο Μέτωπο. Και το πλεονέκτημα αυτό χρειαστηκε να το πληρώσετε  γιατί η Ρωσία χωρίς να χρειαστεί να χτυπήσει ήταν ο μεγάλος κερδισμένος του πολέμου  στη Πολωνία  και στη Βαλτική.Εγώ όμως που γεννήθηκα επαναστάτης  και που ποτέ δεν μετέβαλα την επαναστατική νοοτροπία μου , σας λέω πως δεν μπορείτε να  θυσιάζετε τις αρχές της δικής σας  επαναστάσεως  στις απαιτήσεις τακτικής της παρούσης στιγμής….»
[5] O Μπλούμεντριτ επίσης ήτο πεπεισμένος ότι η διαταγή του Χίτλερ υπέκρυπτε εν πολιτικόν κίνητρον αν και διάφορον του προηγουμένου. Το συνεδίαζε με τον εκπληκτικόν τρόπον, με τον οποίον ωμίλησεν ο Χίτλερ όταν επεσκεύθη το στρατηγείον του Ρούνστεντ  εις την Σάρλεβιλ. … Κατόπιν μας κατέπληξεν , ομιλήσας με θαυμασμόν διά την Βρεττανικήν  Αυτοκρατορίαν, διά την αναγκαιότητα  της υπάρξεώς της και διά τον πολιτισμόν, τον οποίον η Μεγάλη Βρεττανία έφερεν εις τον κόσμον. Παρετήρησε με μίαν ανύψωσιν των όμων, ότι η δημιουρξία της αυτοκρατορίας της επετεύχθη διά μέσων, τα οποία ήταν συχνάκις τραχέα, αλλά  «εκεί όπου υπάρχει πλάνισμα, εκφεύγουν  ροκανίδια». Συνέκρινε την Βρεττανικήν Αυτοκρατορίαν με την Καθολικήν Εκκλησίαν- ειπών ότι ;μφότεραι υπήρξαν ουσιώδη στοιχεία σταθερότητος  εις τον κόσμον.Είπεν ότι παν ό,τι ήθελεν από την Μεγάλην Βρεττανίαν  ήτο ν΄αναγνωρίση αύτη την θέσιν της Γερμανίας εις την ηπειρωρικήν Ευρώπην… Η επιστροφή των απωλεσθεισών  αποικιών  της Γερανίας θα ήτο επιθυμητή  αλλ’ όχι  ουσιώδης και θα προσεφέρετο  μάλιστα να υποστηρίξη  την Μεγ. Βρεττανίαν με στρατεύματα εάν αύτη θα περιεπλέκετο εις δυσκολίας οπουδήποτε. Παρετήρησεν ότι αι αποικίαι  ήσαν κατά πρώτον λόγον ζήτημα γοήτρου, καθ’οσον  δεν θα ήτο δυνατόν  να διατηρηθούν  κατά ένα πόλεμον και ότι πολύ ολίγοι Γερμανοί θα ηδύναντο να εγκατασταθούν  εις τους τροπικούς. Εν κατακλείδι είπεν ότι ο σκοπός  του ήτο να συνάψη ειρήνην με τηνΜεγ. Βρεττανίαν επί βάσεως , την οποίαν αύτη θα εθεώρει ότι η τιμή της θα επέτρεπε να δεχθή..» Χάρτ Η άλλη πλευρά του λόφου. Σελ 250.
[6] 2/11/39 
[7]  Στα μέσα Σεπτεμβρίου 1939 ο Ρεπουμπλικανός Τζόνσον, μαζί με 24 γερουσιαστλες ίδρυσε την «Εθνική επιτροπή κατά της επέμβασης»  Σ΄ αυτή είχαν ενταχθεί ο Φόρντ , ο Χούβερ Πρωην Πρόεδρος των ΗΠΑ , ο Λα Φολέτ  ο Λίντμπεργκ και πολλοί άλλοι..
[8] O ίδιος ο Churchill αναφέρει στην Ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου με πικρία την άποψη του κ. Φέιλινγκ που σε ανύποπτο χρόνο είχε δηλώσει «Οι πιθανότητες του Τσώρτσιλ  (να μπει στη κυβέρνηση) αυξάνουν με τους κινδύνους πολέμου και το αντίθετο» (Τόμος Α σελ  298) Γεγονός πάντως είναι ότι «αυτό το κινητό νεφρό στο εκλογικό Σώμα» για να χρησιμοποιήσουμε ένα καυστικό εφυολόγημα της Μορνινγκ Πόστ δεν έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης .Στα 1916 ο Λόυδ Τζώρτζ απευθυνόμενος στον Αρχηγό των συντηρητικών Μπόναρ Λω ζήτησε τη γνώμη του αν προτιμούσε τον Churchill σαν μέλος της Κυβέρνηση ή σαν αντίπαλο και πήρε την καταπληκτική απάντηση «Θα τον προτιμούσα πάντα εναντίον μας». Ο Άσκουιθ είχε αμφιβολίες αν στεκόταν καλά στα μυαλά του . Δεν ενέπνεε εμπιστοσύνη και οι συνάδελφοι του στο κόμμα θεωρούσαν ότι παρουσία του στην Κυβέρνηση δημιουργούσε δημόσιο κίνδυνο. Η σύζυγος μάλιστα  του Ασκουιθ απευθυνόμενη στον Συντηρητικό Α.Τζ.Μπαλφουρ έγραφε τα καθόλου κολακευτικά.»Χαίρομαι να πω ότι ποτέ δεν είχα διαφορετική  γνώμη για τον Γουίνστων . Είναι ένα σκυλί με την  χειρίστη αίσθηση πολιτικής εντιμότητας , ένας βλαξ με την χειρίστη κρίση , ένας αξιοπεριφρόνητος.» Καυστικός ο Εμμάνουελ Σίγκουελ ηγετικό στέλεχος των Εργατικών  ομολογεί ότι στην δεκαετία του 20 όταν κάποιος εργατικός βουλευτής στέρευε από επιχειρήματα στις δημόσιες αντιπαραθέσεις απλά κραύγαζε  «Κάτω ο Churchill «. Ήταν αρκετό για να ηλεκτρισθεί η ατμόσφαιρα και να  ξεσπάσουν θυελλώδεις επεφημίες.
[9] Εκ των υστέρων βέβαια ο B.L.Hart  θα παραδεχτεί ότι «…. Όλες οι προσπάθειες που είχαν καταβληθή  για την συντριβή της χιτλερικής Γερμανίας κατέληξαν σε μια Ευρώπη τόσο ερημωμένη και τόσο εξασθενημένη, ώστε η δύναμη αντιστάσεως της να έχη πολύ μειωθή για την αντιμετώπιση μιάς νέας και μεγαλύτερης απειλής – και η Βρετανία, μαζί με τους Ευρωπαίους γείτωνές της, είχε καταντήσει ένας φτωχός συγγενής των Ηνωμένων Πολιτειών. (Ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου Τόμος Α σελ  19.
[10] Υπολογίζεται ότι τα αποθέματα της Μεγάλης Βρετανίας  σε χρυσό και οι  καταθέσεις  της σε Αμερικανικές τράπεζες έφταναν τα 4.500.000.000.000 δολάρια  Στο αστρονομικό αυτό ποσό δεν μπορεί να υπολογιστεί το ύψος των εσόδων από άλλες πηγές όπως σαν παράδειγμα τα χρυσωρυχεία της Νότιας Αφρικής.
[11] Οι Ηνωμένες Πολιτείες  μπορεί να φούσκωναν με αέρα τη Βρετανία για να κρατηθή  στον αφρό, αλλά αυτό θα χρησίμευε μόνο για να παραταθή  μια κατάσταση σε εκκρεμότητα  και όχι για να αποτρέψη  το τέλος της…….Αλλά ο βρετανικός λαός δεν είχε αντιληφθή τη δεινή του θέση. Εξ ενστίκτου , δεν είχε ιδέα στρατηγικής. Ο Τσώρτσιλ με τους εμπνευσμένους λόγους του , τον βοηθούσε  να αναλάβη από την απογοήτευση  της Δουνκέρκης και του έδινε  το τονοτικό που είχε ανάγκη. Αισθανόταν αγαλίαση  για το θαρραλέο του  κάλεσμα σε αγώνα  και δεν σκευτόταν  να ρωτήση  αν αυτό παρείχε  στρατηγική εγγύηση. (B.L.Hart    σελ 200).
[12] Λίγες μόλις ημέρες μετά το  Pearl Harbor ο μεγαλοεκδότης  Cecil King έγραφε στο ημερολόγιό του  "Είχα ένα ενδιαφέρον γεύμα με τον  Hugh Cudlip (που ήταν και αυτός ισχυρός μεγαλοεκδότης). Μου είπε ότι γνώριζε  για το  Pearl Harbor   5 ημέρες πριν συμβεί "
[13] Ο  Gert Buchheit  αντιμετωπίζοντας τη κατάσταση από τη καθαρά στρατιωτική άποψη επισημαίνει ότι η Γερμανία στον αγώνα της εναντίον της Μεγάλης Βρετανίας δεν εξάντλησε όλες τις επιχειρησιακές της δυνατότητες κύρια στο χώρο της Μεσογείου  .αν και όπως παραδέχεται, η Βρετανία «ούτε και τότε θα εδέχετο να υποκύψη εφ’ όσον θα διετήρει την ελπίδα να ίδη τας Ηνωμένας Πολιτείας εισερχομένας εις τον αγώνα» (σελ 499) Ο ίδιος συνεχίζει:“Αφού , καταδεικνύων πλήρη άγνοιαν της αγγλικής ιδιοσυγκρασίας, ενεπλάκη εις ατέρμονα εναντίον της Βρετανικής Αυτοκρατορίας αγώνα, ηκινητοποίησε  τας επιγείους και αεροπορικάς του δυνάμεις εις ένα τυχοδιωκτικόν εναντίον της Ρωσίας πόλεμον , καθ΄ην στιγμήν ευκόλως ηδύνατο να μεταβάλη εις συνθήκην συμμαχίας , το υπογραφέν εις Μόσχαν σύμφωνον μη επιθέσεως. Ήρκει  προς τούτο εύκαμπτος διακανονισμός των χωριζουσών τα δύο ολοκληρωτικά καθεστώτα  ιδεολογικών διαφορών. Ακόμη όμως και μετά την άφρονα απόφασίν του, η υποτίμησις των δυνατοτήτων της ρωσικής πολεμικής μηχανής, είχε τας αυτάς δυσμενείς δι’ αυτόν επιπτώσεις, ας και η παραγνώρισις της Βρεττανικής ναυτικής ισχύος.»
[14] Η χειρονομία καλής θέλησης προσωπικά του  Führer  στη Δουγκέρκη  δεν είναι η μοναδική.  Την ώρα που  η Βρεταννία ετοιμάζεται να δώσει τη μάχη για το νησί της η Γερμανία έχει κάθε άνεση να στηρίξει τον αγώνα των Ιταλών στη Λιβύη  και να εκδιώξει τους Άγγλους τόσο από τη Βόρεια Αφρική  όσο και από τη μέση Ανατολη . Με τον τρόπο αυτό θα απέτρεπε την αυτοσχέδια και ανόητη ιταλική επίθεση  εναντίον της Ελλάδας θα επιτάχυνε τις εξελίξεις στον  Αραβικό Κόσμο και με κλειστό το Σουέζ το Γιβραλτάρ  θα έχανε τη στρατηγική του αξία .Όσοι γνωρίζουν Ιστορία αντιλαμβάνονται πόσο τρωτή ανέκαθεν ήταν η Βρετανία στη Μεσόγειο..
[15] Ο Πρόεδρος Ρούσβελτ θα εμπιστευτεί στον υιό του ΄Έλιοτ:«Δεν βλέπω τον λόγον διατί πρέπει να θέσωμεν  εν κινδύνω  την ζωήν Αμερικανών στρατιωτών  προκειμένου  να προστατεύσωμεν τα πραγματικά ή φανταστικά Βρετανικά δικαιώματα εις την Ευρώπην» Α.  Κλάρκ  Βαρβαρόσσας σελ 498 .Αλλά και για το μέλον των γαλλικών αποικιών ο Αμερικανός Πρόεδρος έχει ξεκάθαρες απόψεις . O στρατηγός Stilwell , που βρισκόταν πολύ κοντα στον Ρούσβελτ έχει καταγράψει μια σειρά αποκαλυπτικών  εκμυστηρεύσεων του Προέδρου .Με ημερομηνία 25 Νοεμβρίου 1943 σημειώνει : «Σχέδιο του F.D.R  για τη Γαλλική Ινδοκίνα: τρεις υψηλόβαθμοι επίτροποι, ένας Κινέζος ένας Βρετανός και ένας Αμερικανός. Δεν πρόκειται να επιστραφεί στη Γαλλία. (J.W, Stilwell  L’ aventture chinoise (The Stilwell papers ) Neuchatel , Editions de la Baconniere,1949 σελ 229) 
Στην απόφασή του αυτή καταλυτικό ρόλο έπαιξε και η κατάσταση του σοβιετικού στρατού μετά από τις εκκαθαρίσεις. Σύμφωνα με στοιχεία που δίνει ο Medvedev (σελ. 264) που επικαλείται την φθινοπωρινή αναφορά της Επιθεώρησης στρατού για το πεζικό επί 225 διοικητών συνταγμάτων  ούτε ένας είχε περάσει από τη Στρατιωτική Ακαδημία. Από αυτούς μόνο 25  προήρχοντο από στρατιωτικές σχολές  και οι 200 είχαν παρακολουθήσει εκπαίδευση των  μαθητών αξιωματικών. Στις αρχές του 1940  περισσότεροι από 70% των διοικητών μεραρχίας , το 70/% των διοικητών συνταγμάτων  και το 60% των επιτρόπων  και των πολιτικών υπευθύνων του στρατού δεν  βρίσκονταν στις θέσεις τους περισσότερο από ένα χρόνο. Στη δίκη της Νυρεμβέργης  ο στρατάρχης Κάιτελ κατέθεσε  ότι πολλοί γερμανοί στρατηγοί είχαν επιστήσει στο Χίτλερ τη προσοχή  για μια δυναμική αντίσταση του Κόκκινου στρατού . Ο Χίτλερ όμως ήταν της γνώμης ότι «Οι αξιωματικοί μεγαλύτερης πείρας και βαθμού  έχουν εκδιωχθεί από τον Stalin  στα 1937 και η καινούργια γενιά δεν είναι ακόμα σε θέση    να στελεχώσει τα αναγκαία σχήματα…..»
[19] Τεκμηριωμένα στοιχεία για τις σοβιετικές προετοιμασίες που αποσκοπούσαν σε μια αιφνιδιαστική επίθεση εναντίον της Γερμανίας στο έργο του Adolf von Thadden με τον χαρακτηριστικό τίτλο Stalins FalleEr wollte den Krieg (Η παγίδα του Στάλιν: Επιθυμούσε τον πόλεμο".

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου